ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ (ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ) Οι κρητικές ρίζες του εθνικού συγγραφέα της Ιαπωνίας
ΓΙΑΚΟΥΜΟ ΚΟΪΖΟΥΜΙ (ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ)
Οι κρητικές ρίζες
του εθνικού συγγραφέα της Ιαπωνίας
Κείμενο – φωτογραφίες: ΕΦΗ ΨΙΛΑΚΗ
www.karmanor.gr
(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Υπέρ-Χ, τ. 59, Άνοιξη 2011).
Από ένα χωριό της Κρήτης κατάγεται ο μεγαλύτερος συγγραφέας της Ιαπωνίας, ο «εθνικός ποιητής» της χώρας του Ανατέλοντος Ηλίου. Η οικογένεια της μητέρας του ξεκίνησε από τον οικισμό Σκυλούς, τη σημερινή Καλλονή, ένα αμπελοχώρι που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα έξω από το Ηράκλειο. Οι περιπέτειες του τόπου οδήγησαν τους Κασιμάτηδες στην ξενιτιά, στο Τσιρίγο. Ωστόσο, ο ίδιος ο εθνικός συγγραφέας της Ιαπωνίας έχει συνδεθεί πιο πολύ με τη Λευκάδα, τον τόπο στον οποίο είχε γεννηθεί.
Τον θυμηθήκαμε πιο πολύ τώρα που η Ιαπωνία βυθίστηκε στο πένθος για τα χιλιάδες θύματα του φοβερού σεισμού και των φονικών παλιρροϊκών κυμάτων που τον ακολούθησαν. Στον ελληνικής καταγωγής Κοϊζούμι οφείλεται η πιο παραστατική περιγραφή των καταστροφικών αυτών κυμάτων. Σε ένα διήγημά του αναφέρεται στην απρόσμενη υποχώρηση της θάλασσας μετά από κάποιο σεισμό. Κανείς δεν είχε παραξενευτεί τότε, εκτός από έναν σεβάσμιο Γιαπωνέζο, τον Χαμαγκούτσι Γκοχέϊ. Αυτός έτρεξε, ανέβηκε ψηλά στο λόφο, πήρε ένα δαυλό και έβαλε φωτιά στις θημωνιές με τα ρύζια. Όλοι οι κάτοικοι έτρεξαν να τη σβήσουν. Όταν έφτανε στο λόφο και το τελευταίος, ένα τεράστιο τσουνάμι σκέπασε το χωριό τους. Η θάλασσα που είχε αρχικά υποχωρήσει, φούσκωσε και σηκώθηκαν γιγαντιαία κύματα. Τίποτα δεν έμεινε όρθιο! Όμως, κανένας κάτοικος δεν είχε πάθε τίποτα. Τότε κατάλαβαν το τέχνασμα του σοφού συγχωριανού τους που δεν είχε άλλον τρόπο να τους ειδοποιήσει όλους τόσο γρήγορα και άμεσα. Λίγο μετά οι χωρικοί έχτισαν ένα ναό για τον Χαμαγκούτσι Γκοχέϊ. Εκεί τον λάτρευαν σαν θεό. Ήταν ένας από τους πολλούς θεούς του γιαπωνέζικου πανθέου. Το εκπληκτικό ήταν ότι τον λάτρευαν σαν θεό όταν ζούσε ακόμη…
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ - ΣΥΜΒΟΛΟ
Είχα προσπαθήσει να μάθω το λόγο για τον οποίο οι σημερινοί Γιαπωνέζοι τρέφουν τόσο σεβασμό σε ένα συγγραφέα με ελληνική καταγωγή, τον Γιάκουμο Κοϊζούμι ή Λευκάδιο Χερν, όπως ήταν το όνομά του πριν φτάσει στη χώρα τους. Στη μεγάλη αίθουσα του Πανεπιστημίου Κέιο του Τόκιο βρήκα τις πρώτες απαντήσεις. Μόλις είχε τελειώσει μια σημαντική εκδήλωση προς τιμήν ενός Έλληνα συγγραφέα, του Νίκου Καζαντζάκη, με πρωτοβουλία του Αντιπρύτανη κ. Νισιμούρα και του Έλληνα πρέσβη κ. Ιωάννη Βάββα, και είχε αρχίσει μια μικρή δεξίωση με την παρουσία της πριγκίπισσας της Ιαπωνίας, της κ. Τακαμάντο. Αναμφισβήτητα η Τακαμάντο ήταν το πρόσωπο της βραδιάς. Μόνο που οι Γιαπωνέζοι ξέρουν να αποδίδουν σεβασμό με διακριτικότητα και ευγένεια. Υπέθεσα πως ο σεβασμός στην πριγκίπισσα οφείλεται κατά ένα μέρος στη λαμπερή προσωπικότητά της και κατά ένα άλλο στο ρόλο της. Και δεν έπεσα έξω. Στη σημερινή Ιαπωνία τα σύμβολα εξακολουθούν να ασκούν μια ιδιαίτερη έλξη.
Σύμβολο, λοιπόν, της Ιαπωνίας και ο Ελληνο-ιρλανδός συγγραφέας Λευκάδιος Χερν; Απεύθυνα το ερώτημα σε μια μικρή συντροφιά νέων ανθρώπων που δίδασκαν στο μεγάλο αυτό Πανεπιστήμιο. Η απάντηση ήταν ομόφωνη:
- Ναι, είναι σύμβολο γιατί μας συνδέει με τις ρίζες του γιαπωνέζικου πολιτισμού. Οι μαρτυρίες του για την Ιαπωνία του 19ου αιώνα αποτελούν μοναδικές πηγές για τον τρόπο ζωής, τα ήθη και τις δοξασίες του λαού μας.
Έναν αιώνα μετά το θάνατό του ο Γιάκουμο Κοϊζούμι εξακολουθεί να εκφράζει το ύφος και τις αξίες της παλιάς Ιαπωνίας και να θεωρείται ένας από τους εθνικούς συγγραφείς της χώρας. Θυμίζει το παρελθόν το οποίο αποτυπώνει με σεβασμό, πράγμα πρωτόγνωρο για τους δυτικούς συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τους πολιτισμούς της Ανατολής.
Τελετουργία τσαγιού στην Ιαπωνία (Τόκυο).
ΚΡΗΤΗ, ΚΥΘΗΡΑ, ΛΕΥΚΑΔΑ
Οι ελληνικές ρίζες του Λευκάδιου Χερν χάνονται στους πρώτους αιώνες της Βενετοκρατούμενης Κρήτης. Η μητέρα του, Ρόζα, ήταν μέλος της μεγάλης οικογένειας Κασιμάτη. Είχε γεννηθεί στα Κύθηρα και είχε εγκατασταθεί στη Λευκάδα, όπου και γνώρισε τον πρώτο σύζυγό της, τον στρατιωτικό γιατρό Κάρολο Μπους Χερν που εκείνα τα χρόνια υπηρετούσε στα Επτάνησα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η οικογένεια Κασιμάτη προέρχεται από τον οικισμό Σκιλλούς, τη σημερινή Καλλονή του Δήμου Καζαντζάκη, έναν οικισμό με έντονα τα σημάδια του ενετικού παρελθόντος. Σώζεται ακόμη το φρούριο του Κάστελου λίγο πιο πάνω από το χωριό και μερικοί τοιχογραφημένοι ναοί από τους πρώτους αιώνες της Βενετοκρατίας. Οι Κασιμάτηδες φαίνεται πως ήταν ιδιοκτήτες αμπελώνων, καλλιέργεια με την οποία ασχολούνται και σήμερα οι κάτοικοι της Σκιλλούς. Από την Κρήτη η οικογένεια εγκαταστάθηκε στα Κύθηρα, διατηρώντας πάντα σχέσεις με τον τόπο της καταγωγής της. Τα δυο νησιά αποτελούν τους πιο σημαντικούς σταθμούς της ιστορίας της οικογένειας Κασιμάτη. Ωστόσο, σε ένα άλλο νησί, τη Λευκάδα, πατρίδα σπουδαίων ποιητών, θα δει το φως ο Λευκάδιος.
Το ενετικό φρούριο στο χωριό των Κασιμάτηδων (Καλλονή Κρήτης).
Η Λευκάδα, το νησί που έδωσε το όνομά του στον Χερν, δεν θα τον ξεχάσει. Θα στήσει την προτομή του στον Κήπο των Ποιητών, δίπλα στον Βαλαωρίτη και τον Σικελιανό, θα του αφιερώσει ένα δρόμο και θα αναδείξει το σπίτι όπου γεννήθηκε.
Κύθηρα
Πριν αναχωρήσω για την Ιαπωνία είχα μιλήσει με τον κ. Μανόλη Χελιδόνη, καθηγητή της ιατρικής. Καθώς και ο ίδιος κατάγεται από την οικογένεια Κασιμάτη έχει φροντίσει να έρθει σε επαφή με τους απογόνους του Λευκάδιου Χερν. Ανταλλάσσουν επισκέψεις και φροντίζουν να διατηρούν ζωντανή τη μνήμη του σπουδαίου συγγραφέα. Όσο και αν έχουν περάσει οι αιώνες, οι συγγενικοί δεσμοί φαίνονται έντονοι ακόμη. Στις κοινωνικές εκδηλώσεις της οικογένειας που γίνονται στην Ελλάδα συμμετέχει και… ο γιαπωνέζικος κλάδος της.
Ο ΕΓΓΟΝΟΣ ΤΟΥ ΚΟΥΪΖΟΥΜΙ
Στην εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Κέιο λόγιοι, συγγραφείς και απλοί φίλοι της Ελλάδας απολάμβαναν μια σημαντική ελληνο-ιαπωνική πολιτιστική προσέγγιση. Καθώς η βραδιά ήταν αφιερωμένη στον Καζαντζάκη, γινόταν συχνά λόγος για τον ρόλο που μπορεί να παίξει ένας συγγραφέας σε μια ξένη χώρα. Το βλέμμα ενός εξωτερικού παρατηρητή μπορεί να αποκαλύψει πράγματα που ένας μόνιμος κάτοικος δεν τα προσέχει… Άλλωστε και ο Καζαντζάκης είχε επισκεφτεί την Ιαπωνία και έγραψε ενδιαφέρουσες ταξιδιωτικές εντυπώσεις.
Ο κ. Άκιο Ιναγκάκι
Ανάμεσα στους Γιαπωνέζους που βρέθηκαν εκείνο το βράδυ στο Κέιο ήταν και ο κ. Άκιο Ιναγκάκι, εγγονός του Λευκάδιου Χερν. Είναι ο απόγονος του σπουδαίου συγγραφέα που διατηρεί τις περισσότερες επαφές με την Ελλάδα. Έχει έρθει αρκετές φορές και οι δεσμοί με τις ρίζες του είναι ακόμη ισχυροί, ιδιαίτερα με τον καθηγητή της ιατρικής κ. Μανόλη Χελιδόνη, τον «συγγενή μου στην Κρήτη», όπως λέει ο ίδιος.
«Θα έρθω ξανά στην Ελλάδα. Ο τάφος της προγιαγιάς μου, της Ρόζας Κασιμάτη, βρίσκεται στα Κύθηρα. Ακούγοντας τις διαλέξεις για τον Καζαντζάκη έμαθα για ένα ωραίο έθιμο που περιγράφει ο συγγραφέας σας. Οι Κρητικοί συνήθιζαν να χύνουν λίγο κρασί πάνω στους τάφους για τους νεκρούς. Με εντυπωσίασε και θέλω να κάνω το ίδιο στον τάφο της Ρόζας». Η συγκίνησή του είναι προφανής. Άλλωστε ο παππούς του έγινε τόσο αγαπητός στην Ιαπωνία επειδή σεβάστηκε τα έθιμα του λαού που επέλεξε να ζήσει ανάμεσά του.
Η συζήτηση με τον κ. Ιναγκάκι αποτέλεσε μια καλή εισαγωγή στον κόσμο του Λευκάδιου Χερν.
- Η Κρήτη και η Ελλάδα που περιγράφει ο Καζαντζάκης, όπως άκουσα σήμερα στις ομιλίες, έχει πολλά κοινά στοιχεία με τον παραδοσιακό πολιτισμό της Ιαπωνίας. Πριν από λίγα χρόνια πήραν χώμα από τον τάφο της Ρόζας Κασιμάτη και το έφεραν εδώ, το έβαλαν στον τάφο του Γιάκουμο. Τώρα εγώ θα πάρω χώμα από τον τάφο του παππού μου και θα το βάλω στον τάφο της Ρόζας στα Κύθηρα. Αυτό θα άρεσε στον Γιάκουμο… Άκουσα ακόμη ότι στην Ελλάδα, όπως λέει και ο Καζαντζάκης, ρίχνουν κρασί στους τάφους σαν προσφορά στους νεκρούς. Σκέφτηκα αμέσως να κάνω κι εγώ το ίδιο στον τάφο της Ρόζας.
Ο Άκιο Ιναγκάκι ρίχνει σάκε στον τάφο της προγιαγιάς του στα Κύθηρα
ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ…
Ο Ελληνοϊρλανδός συγγραφέας είχε γεννηθεί στη Λευκάδα το 1850. Ο γάμος του Κάρολου και της Ρόζας διαλύθηκε σχετικά νωρίς. Ο Πατρίκιος – Λευκάδιος (αυτό ήταν το πραγματικό όνομά του) βρέθηκε στην Ιρλανδία όταν ήταν πέντε χρονών και μεγάλωσε με τους συγγενείς του πατέρα του. Από τα χρόνια της εφηβείας του θα απορρίψει το συμβολικό για τους Ιρλανδούς όνομα Πατρίκιος και θα επιλέξει το Λευκάδιος. Είναι μια από τις πρώτες ρήξεις που κάνει στη δύσκολη ζωή του. Τα χρόνια που ακολουθούν είναι δύσκολα. Διακόπτει τις σπουδές του, μεταβαίνει στην Αμερική, εργάζεται εκεί ως δημοσιογράφος και, σαραντάρης πια, αναχωρεί για την Ιαπωνία σε δημοσιογραφική αποστολή. Η χώρα των Σαμουράι τον γοητεύει. Και επιλέγει να μείνει για πάντα εκεί. Εγκαθίσταται στο Ματσούε, στο βορειοδυτικό τμήμα του μεγαλύτερου από τα νησιά που συνθέτουν την Ιαπωνία. Δεν θα μείνει, όμως, για πάντα εκεί. Θα γνωρίσει ένα μεγάλο τμήμα της χώρας και θα εγκατασταθεί τελικά στο Τόκιο.
Ο Βούδας στο φημισμένο ιερό Καμάκουρα
Η ανάμνηση τόσο της μητέρας του όσο και της Ελλάδας δεν είναι και τόσο καθαρή αφού δεν την είδε ποτέ ξανά. Μετά την εγκατάσταση στην Ιρλανδία ο Κάρολος Χερν διέλυσε το γάμο στηριζόμενος σε ένα «παράθυρο» του νόμου. Φαίνεται, όμως, ότι κάθε αναφορά στον ελληνικό πολιτισμό προκαλούσε συγκίνηση στον Λευκάδιο. Δεν κρύβει τον θαυμασμό του για την αρχαιοελληνική τέχνη και την αισθητική της.
- Αγαπούσε περισσότερο τη μητέρα του, λέει ο κ. Ιναγκάκι. Ήταν άνθρωπος που του άρεσε το φως και η ζεστασιά, δεν ήθελε να ζει σε βαριά κλίματα. Πιστεύω ότι θα προτιμούσε να ζει στην Αθήνα παρά στο Δουβλίνο. Άλλωστε η χώρα σας, που είναι εν μέρει και δική μου αφού κατάγομαι από εκεί, και η Ιαπωνία έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό το φως…
Λατρευτική σκηνή στη σύγχρονη Ιαπωνία (κρήνη βουδιστικού ιερού).
Τον ρωτάμε αν είναι γνωστή στην Ιαπωνία η ελληνική και η ιρλανδική καταγωγή του συγγραφέα τους.
- Ναι, το γνωρίζουν. Όμως δεν γνωρίζουν πολλά για την Ελλάδα. Περισσότερο γνωρίζουν πως είναι μια χώρα με μεγάλο πολιτισμό. Ο Λευκάδιος ή Γιάκουμο είναι αυτός που έκανε γνωστό στον δυτικό κόσμο τον ιαπωνικό πολιτισμό, γεγονός που επίσης συγκινεί τους σημερινούς συμπατριώτες μου. Πολλοί που τον διαβάζουν προσπαθούν να μάθουν περισσότερα για τις ρίζες του. Όσοι γνωρίσουν την Ελλάδα την αγαπάνε και τη σέβονται. Είναι, λοιπόν, ο Γιάκουμο μια καλή αφορμή για πιο ουσιαστική προσέγγιση ανάμεσα στους δυο λαούς.
- Έχετε στα χέρια σας υλικό που δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί;
- Ο Γιάκουμο δεν κρατούσε ημερολόγιο. Έχει όμως αφήσει πολλές και σημαντικές σημειώσεις. Είναι ιαπωνικοί θρύλοι και παραδόσεις τις οποίες συγκέντρωνε με αληθινή αγάπη για τον πολιτισμό του λαού μας. Όταν δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία νομίζω πως θα προχωρήσω σε κάποια έκδοση.
ΔΙΔΑΞΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο Λευκάδιος Χερν με τη Γιαπωνέζα γυναίκα του
Λίγο πριν από το τέλος του 19ου αιώνα ο Λευκάδιος Χερν γνώριζε έναν εντυπωσιακό κόσμο στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου. Από εκεί έστελνε κείμενα στη Δύση, γραμμένα στην αγγλική. Δίδαξε αγγλικά σε σχολεία και αργότερα στο αυτοκρατορικό πανεπιστήμιο του Τόκιο. Η σχέση του με την Ιαπωνία έγινε στενότερη και βαθύτερη όταν γνώρισε τη Σετζούκο, από παλιά οικογένεια Σαμουράι. Μια νέα σελίδα άνοιξε τότε στη ζωή του· εντάχτηκε πλήρως στην οικογένεια Κοϊζούμι και πήρε το επώνυμο της συζύγου του. Με αυτό τον ξέρουν σήμερα στην Ιαπωνία.
Είχε πλέον επιλέξει οριστικά να γίνει μέρος μιας μακραίωνης παράδοσης, να γνωρίσει τα ήθη και τις τελετουργίες και άρχισε να καταγράφει όλα αυτά που συνέθεταν τον παραδοσιακό πολιτισμό της νέας πατρίδας του. Για να αφομοιώσει καλύτερα τα στοιχεία που συνθέτουν αυτόν τον πολιτισμό θα αρχίσει να επισκέπτεται ναούς, να μεταβαίνει σε τόπους που θεωρούνταν στοιχειωμένοι, να μιλά με ηλικιωμένους. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο παππούς της Σετζούκο, ένας παλιός Σαμουράι που έμενε προσκολλημένος στον παραδοσιακό τρόπο ζωής. Αρχίζει να μελετά τον Βουδισμό και την παραδοσιακή θρησκεία της Ιαπωνίας, τις σιντοϊστικές παραδόσεις. Παράλληλα, όμως, γνωρίζει και αυτό που του είχε λείψει από τα παιδικά του χρόνια, τη θαλπωρή της οικογενειακής ζωής.
Γιαπωνέζες με παραδοσιακές ενδυμασίες
Μιλώντας με τους σημερινούς Γιαπωνέζους καταλαβαίνει κανείς αυτό με το οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι μελετητές του: ο Ελληνοϊρλανδός συγγραφέας ήρθε πάνω στην ώρα που άλλαζε η Ιαπωνία και αποτέλεσε μοχλό αντίστασης διδάσκοντας στους μαθητές του να σέβονται τον πολιτισμό και τις ρίζες τους. Τα βιβλία του κυκλοφορούν ακόμη, ενώ το 2004 πραγματοποιήθηκαν σημαντικές εκδηλώσεις με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 ετών από το θάνατό του. Παράλληλα, υπάρχουν κάμποσοι σύλλογοι σε διάφορες πόλεις της χώρας που ασχολούνται με τη μελέτη του έργου του. Κι όταν, πριν από δέκα χρόνια, αποφασίστηκε να εκδοθούν τα Άπαντά του, συνεργάστηκαν δεκάδες μελετητές και λόγιοι.
Σύμφωνα με τον κ. Ιναγκάκι, τα κείμενα του παππού του αποτελούν έναν ασφαλή τρόπο να γνωρίσει κανείς τον γιαπωνέζικο πολιτισμό. Αλλά οι Γιαπωνέζοι φαίνεται πως του χρωστούν και κάτι ακόμη. Μας το λέει με λίγα λόγια ο εγγονός του:
- Ήταν αυτός που έκανε γνωστή την Ιαπωνία στον δυτικό κόσμο και γι’ αυτό δεν πρόκειται να ξεχαστεί ποτέ. Ήδη υπάρχουν μουσεία αφιερωμένα στον ίδιο, πάρκα, σύλλογοι και ομάδες μελέτης.
Ο κ. Ιναγκάκι φαίνεται να έχει δίκιο. Ο Λευκάδιος είχε γνωρίσει τον πολιτισμό πολλών χωρών, είτε από προσωπικά βιώματα, είτε μελετώντας τους. Ξέρουμε, ας πούμε, ότι τον γοήτευε κάθε αναφορά στον ελληνικό πολιτισμό. Είχε ζήσει στην Ιρλανδία και στην Αμερική. Ήταν ένας ταξιδευτής που προτίμησε να πλησιάσει έναν ξένο πολιτισμό όχι ως «ανώτερος», όπως συνέβαινε στις μέρες του, όχι ως απλός εξωτερικός παρατηρητής, αλλά ως «μέτοχός» του. Μιλά για αερικά και φαντάσματα, ενσωματώνει στο λόγο την προφορική λογοτεχνία της Ιαπωνίας· το κείμενό του για τις πάπιες Οσιντόρι (συμβολίζουν τον συζυγικό έρωτα) διασώζει την αρχέγονη πίστη στα σύμβολα των Γιαπωνέζων: Ένας κυνηγός που πεινούσε είχε σκοτώσει την αρσενική πάπια σε κάποια λίμνη· το βράδυ ονειρεύτηκε πως εκείνη που είχε μείνει θρηνούσε σπαρακτικά. Πήγε στη λίμνη και την είδε να τρυπιέται με το ράμφος της και να πεθαίνει μπροστά του.
Το ηθογραφικό στοιχείο είναι έντονο ακόμη και στα περιηγητικά κείμενά του. Το πρώτο του βιβλίο «Ματιές στην άγνωστη Ιαπωνία» πρόσφερε στους αναγνώστες του μιαν εντυπωσιακή ξενάγηση. Το δίδασκαν για πολλές δεκαετίες στα σχολεία. Δεν πρόκειται για μια απλή περιγραφή της χώρας αλλά για ουσιαστική προσέγγιση στη γιαπωνέζικη ψυχή. Σε ένα κείμενό του για το γιαπωνέζικο χαμόγελο μεταφέρει την απορία ενός ανθρώπου που είχε συναντήσει εκεί: «Γιατί δεν χαμογελούν ποτέ οι ξένοι;» Το διαβάζω και σκέφτομαι πόσο εύκολα σε κατακτά ένας λαός που χαμογελά με την κάθε ευκαιρία…
ΤΟ ΑΛΣΟΣ ΚΟΪΖΟΥΜΙ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΛΕΥΚΑΔΑΣ
Ένα μικρό άλσος στο δήμο Σιντζούκου είναι σήμερα ένας από τους σημαντικότερους τόπους μνήμης του Λευκάδιου Χερν. Όταν φτάναμε, αναχωρούσε ένα σχολείο· οι μικροί μαθητές πληροφορούνται από τις πρώτες σχολικές τάξεις για τον συγγραφέα τους. Παράλληλα, όμως, πληροφορούνται και για την ελληνική και την ιρλανδική καταγωγή του. Οι επιγραφές στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα συνθέτουν ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, θυμίζοντας ίσως με τον καλύτερο τρόπο την πολυσχιδή προσωπικότητα του συγγραφέα.
Η προτομή του είναι δώρο της ελληνικής Κυβέρνησης και τοποθετήθηκε εκεί το 1993. Στη μεταλλική επιγραφή διαβάζουμε:
«Ο Λευκάδιος Χερν (ιαπωνιστί Γιάκουμο Κοϊζούμι) εγεννήθη εις την ελληνικήν νήσον Λευκάδα και απεβίωσεν εις τον ιαπωνικόν δήμον Σιντζούκου. Εξ αυτής της σχέσεως, ο Δήμος Λευκάδος και ο Δήμος Σιντζούκου συνήψαν, τον Οκτώβριον του 1989, δεσμούς φιλίας. Επ’ ευκαιρία της δημιουργίας άλσους εις μνήμην του Λευκάδιου Χερν υπό του Δήμου Σιντζούκου, η ελληνική κυβέρνησις δωρίζει την προτομήν αυτήν εις τον Δήμον, ευχομένη όπως η φιλία μεταξύ Ελλάδος και Ιαπωνίας ενισχυθεί περαιτέρω μέσω της Λευκάδος και του Σιντζούκου.
Απρίλιος 1993
Κωνσταντίνος Βάσσης, Πρεσβευτής της Ελλάδος στην Ιαπωνία».
Σε άλλο σημείο ο δήμος του Δουβλίνου έχει τοποθετήσει τη δική του επιγραφή. Όπως και ο δήμος Λευκάδας.
Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ
Το ψιλόβροχο κάνει πιο μελαγχολικό το κλίμα στο νεκροταφείο του Τόκιο. Ο συνοδός μας, ένας 60χρονος Γιαπωνέζος, μας οδηγεί στον τάφο του Κοϊζούμι. Προχωρώντας παρατηρώ διαφορετικούς τύπους τάφων χωμένους ανάμεσα σε καταπράσινα δέντρα. Ακόμη και χριστιανικοί σταυροί προσδίδουν μια διαφορετική απόχρωση στον κόσμο της γαλήνιας σιωπής. Ίσως δεν υπάρχει πιο ανεκτικός λαός απέναντι στις θρησκευτικές πεποιθήσεις των άλλων. Το νεκροταφείο είναι κοινό για τους ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών.
Ο τάφος του Λαυκάδιου Χερν στο κοιμητήριο του Τόκυο.
Κάπου εκεί, στο μεγάλο κοιμητήριο της ιαπωνικής πρωτεύουσας, βρίσκεται και η τελευταία κατοικία του Λευκάδιου ή Κοϊζούμι. Ένας τάφος λιτός, με πέτρες που λάμπουν καθώς πέφτει πάνω τους η βροχή. Κοιτάζοντάς τον θυμήθηκα πως το πρώτο κείμενό του που είχα διαβάσει μιλούσε για πέτρες! Σε κάποιο βιβλίο του ο Κοϊζούμι ξεναγεί τον αναγνώστη του στην ιαπωνική ψυχή γράφοντας πως ο ξένος θα εκπλαγεί βλέποντας παντού τοποθετημένες πέτρες, συνήθως λείες από τις κοίτες των ποταμών, με ιδεογράμματα σκαλισμένα πάνω τους. Τον είχαν εντυπωσιάσει οι φυσικές πέτρες που βρίσκονται ακόμη και στα κοιμητήρια. Μια τέτοια μεγάλη πέτρα βρίσκεται τώρα και στο δικό του. Δίπλα, μέσα σε φυσικά ανθοδοχεία, οι περαστικοί αποθέτουν λουλούδια.
Ο Γιαπωνέζος συνοδός μας τα περιποιείται ώστε να σχηματίζουν μικρές ανθοδέσμες. Άλλωστε, σε τούτη τη χώρα δεν μπορεί να είναι τίποτα τυχαίο και ατακτοποίητο. Παρατηρώ τα λουλούδια. Τα περισσότερα είναι φρέσκα. Μερικά απ’ αυτά θα είχαν αποτεθεί εκεί λίγη ώρα πριν φτάσουμε…
Το πρωί εκείνης της μέρας είχα διαβάσει σε κάποιο φυλλάδιο πως οι μαθητές του είχαν τοποθετήσει στον τάφο του μια ποιητική επιγραφή, σαν επιτύμβιο επίγραμμα μνήμης: « Στον Γιάκουμο Κοϊζούμι που η πένα του ήταν πιο δυνατή από τη ρομφαία του ένδοξου έθνους το οποίο αγάπησε»…
ΔΕΙΓΜΑ ΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΛΕΥΚΑΔΙΟΥ ΧΕΡΝ
Οσιντόρι
Απόδοση στα Ελληνικά: Έφη Ψιλάκη
Υπήρχε ένας γερακάριος και κυνηγός, που τον λέγανε Σόνγιο, και ζούσε στην περιοχή Ταμουράνο-Γκο, της επαρχίας Μούτσου. Μια μέρα βγήκε να κυνηγήσει αλλά δεν εύρισκε τίποτα. Στο γυρισμό, στην τοποθεσία Ακανούμα, αντιλήφθηκε ένα ζευγάρι οσιντόρι (αγριόπαπιες), να κολυμπάνε μαζί σ’ ένα ποταμό που ετοιμαζόταν να διασχίσει. Λένε ότι δεν είναι καλό να σκοτώνεις οσιντόρι. Ο Σόνγιο, όμως, πεινούσε πολύ και τόξευσε το ζευγάρι. Το βέλος του καρφώθηκε στο αρσενικό. Το θηλυκό ξέφυγε στα βούρλα της παραπέρα όχθης και εξαφανίστηκε. Ο Σόνγιο πήρε το σκοτωμένο πουλί σπίτι του και το μαγείρεψε.
Εκείνη τη νύχτα είδε ένα θλιβερό όνειρο. Του φάνηκε ότι μια όμορφη γυναίκα μπήκε στο δωμάτιό του, στάθηκε δίπλα στο μαξιλάρι του και άρχισε να κλαίει. Έκλαιγε τόσο γοερά που ο Σόνγιο ένιωσε να ραγίζει η καρδιά του καθώς την άκουγε. Η γυναίκα τού φώναξε:
«Γιατί, γιατί τον σκότωσες; -τι κακό έκανε;…
Ήμασταν τόσο ευτυχισμένοι οι δυο μας στην Ακανούμα -κι εσύ τον σκότωσες!...
Τι σου έφταιξε; Ξέρεις τι έχεις κάνει; Ξέρεις τι σκληρό, τι απαίσιο έγκλημα έχεις διαπράξει; Έχεις σκοτώσει κι εμένα, γιατί δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τον άντρα μου!
Ήρθα μόνο και μόνο για να σου πω αυτό»…
Συνέχισε να κλαίει δυνατά, τόσο πικρά που οι λυγμοί της διαπερνούσαν τα κόκαλα, μέχρι το μεδούλι, αυτού που την άκουγε. Πρόφερε με λυγμούς τους στίχους αυτού του ποιήματος:
Όταν ήρθε το ξημέρωμα τον κάλεσα να γυρίσει κοντά μου!
Να κοιμάμαι τώρα μόνη στη σκιά των καλαμιών της Ακανούμα
–αχ, τι ανείπωτη δυστυχία!»
Αφού απάγγειλε αυτούς τους στίχους φώναξε:
«Αχ, δεν ξέρεις –δεν μπορείς να ξέρεις τι έχεις κάνει! Αύριο, όμως, όταν πας στην Ακανούμα, θα δεις, -θα καταλάβεις…»
Αφού είπε αυτά, και κλαίγοντας οικτρά, έφυγε.
Το πρωί, όταν ξύπνησε ο Σόνγιο, το όνειρο ήταν τόσο ζωντανό στο μυαλό του που ταράχτηκε πολύ. Θυμήθηκε τα λόγια: «Αύριο, όμως, όταν πας στην Ακανούμα, θα δεις, -θα καταλάβεις…». Αποφάσισε να πάει εκεί αμέσως και ίσως θα μάθαινε αν το όνειρό του ήταν κάτι περισσότερο από απλό όνειρο.
Πήγε, λοιπόν, στην Ακανούμα. Φθάνοντας στην όχθη του ποταμού είδε το θηλυκό οσιντόρι να κολυμπά μόνο του. Την ίδια στιγμή το πουλί αντιλήφθηκε τον Σόνγιο. Αλλά, αντί να προσπαθήσει να ξεφύγει, κολύμπησε προς το μέρος του, κοιτάζοντάς τον συνεχώς και περίεργα. Και τότε, με το ράμφος της, ξέσχισε το σώμα της και πέθανε εκεί μπροστά στα μάτια του…
Ο Σόνγιο ξύρισε το κεφάλι του και έγινε μοναχός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου