ΤΟΥΡΚΙΑ: ΕΚΛΟΓΕΣ 2015
Η «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΉ ΑΝΟΙΞΗ» ΤΩΝ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ
Η ανάδυση της πολυεθνικής Τουρκίας;
Μειονότητες, αλλά και εν µέρει οι εθνικιστές, ήταν οι μεγάλοι νικητές των 24ων γενικών εκλογών στην Τουρκία, που διεξήχθησαν στις 7 Ιουνίου του 2015, ανατρέποντας τα φιλόδοξα σχέδια του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και την επί 13 χρόνια κυριαρχία του κόµµατός του, Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), στην πολιτική σκηνή της γειτονικής χώρας. Τα περίπου 54 εκατ. ψηφοφόρων από τα 77 εκατ. του πληθυσμού της Τουρκίας, που προσήλθαν στις κάλπες (η συµµετοχή κυμάνθηκε στο 80%), έστειλαν ένα σαφές μήνυμα: ότι οι ηγέτες εκείνοι που χάνουν την επαφή µε τον λαό τους, το λιγότερο αποτυγχάνουν δραματικά να εκπληρώσουν τις φιλοδοξίες τους. Το μήνυμα αυτό αφορούσε κυρίως τον Τούρκο πρόεδρο, που ήταν ο αδιαμφισβήτητος χαμένος των εκλογών. Ο Ερντογάν ξεπέρασε προ καιρού τα όρια, προκαλώντας την Ύβρη. Εκτός από την αυταρχική πολιτική του και την εμπλοκή του σε σωρεία σκανδάλων διαφθοράς, έκτισε κι ένα προεδρικό μέγαρο-παλάτι, κόστους 5 δισ. λιρών Τουρκίας (1,6 δισ. ευρώ), κοµπάζοντας πως «έχει 1.150 δωμάτια, όχι 1000!», την ίδια στιγµή που ο µισός πληθυσμός της χώρας ήταν κάτω ή κοντά στα όρια της φτώχειας. Στα χρόνια της παντοδυναμίας του, ο Ερντογάν αποκαλούσε «πατσαβούρα» κάθε εφημερίδα που τον αντιπολιτευόταν ή τον κριτίκαρε (ακόµη και τους NY Times!), φιλοδωρούσε µε πρόστιµα χιλιάδων ευρώ κάθε δημοσιογράφο που διαφωνούσε µαζί του, ενώ τα µέλη της κυβέρνησής του μετακινούνταν µε πολυτελή αυτοκίνητα αξίας εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, σε µια χώρα που ο βασικός μισθός ίσα που φτάνει τα 300 ευρώ. Κι ενώ πόνταρε στο ότι οι εκλογές αυτές θα του έδιναν την απαραίτητη δύναµη, για να προχωρήσει στην συνταγματική αναθεώρηση που επιθυµούσε για να αλλάξει το πολίτευμα σε προεδρική δημοκρατία, ώστε να έχει περισσότερες εξουσίες ως Πρόεδρος της Τουρκίας, ο λαός της Τουρκίας τον εξέπληξε δυσάρεστα στις κάλπες ... Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΕΡΤΟΓΑΝ: Το άλλο σημαντικό µήνυµα των εκλογών ήταν πως η Τουρκία, µια χώρα εθνικών, θρησκευτικών, πολιτικών και κοινωνικών αντιθέσεων, δεν μπορούσε πλέον να προσποιείται ότι αποτελεί µια ομοιογενή από κάθε άποψη χώρα. Πως η κεµαλικής επινόησης και επιβολής «εθνική ενότητα» αποτελεί, στην ουσία, µια επίφαση χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Και συντηρείται απλά εξαιτίας ενός αυταρχικού συστήματος διακυβέρνησης κι ενός εκπαιδευτικού συστήματος που κάνει κανονική πλύση εγκεφάλου στα παιδιά της Τουρκίας, να αποδεχτούν όλα, ανεξαρτήτως καταγωγής, την «τουρκικότητα». Πως η περίφημη «τουρκο-ισλαµική- σύνθεση, την οποία εγκαινίασε τη δεκαετία του 1980 ο κουρδικής καταγωγής πρωθυπουργός της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ και συνέχισε µε τη δική του παραλλαγή (πασπαλισμένη µε νεοθωµανικά μεγαλεία) ο Ερντογάν, προσπαθώντας να συνδυάσει µια Δυτικότροπη τουρκική κοινωνία µε το ισλαµικό-οθωµανικό της παρελθόν, ήταν ένα όνειρο απατηλό, αν όχι µια αποτυχία. Η Τουρκία επί Ερντογάν µπορεί να απομακρύνθηκε από τη Δύση και τον γεωστρατηγικό εναγκαλισµό της µε τις ΗΠΑ, καθώς και από τον στόχο της να καταστεί πλήρες µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ωστόσο δεν κατάφερε να επανασυνδεθεί πλήρως µε τον μουσουλμανικό κόσµο της Μέσης Ανατολής, ούτε φυσικά και να αναλάβει ηγετικό ή πρωταγωνιστικό ρόλο στα πλαίσια του. Αντίθετα, απώλεσε παραδοσιακούς στρατηγικούς συµµάχους στην περιοχή, όπως ήταν το Ισραήλ αλλά και η Αίγυπτος, ενώ δημιούργησε εχθρότητα µε το καθεστώς Άσαντ στη Συρία (υποστηρίζοντας άµεσα τις δυνάµεις της αντιπολίτευσης κι εµµέσως τους Τζιχαντιστές της ISIS), µε το ανεξάρτητο κουρδικό κρατίδιο στο βόρειο Ιράκ, και αρκετή καχυποψία µε το Ιράν. το οποίο. αν και Σιιτικό, πάντα φιλοδοξούσε να καταστεί η ηγεμονική δύναµη στη Μέση Ανατολή. Αν κατάφερε κάτι η µμακροχρόνια πολιτική ηγεμονία του Ερντογάν και του ΑΚΡ στην Τουρκία. ήταν τον παραγκωνισµό του κεµαλικού συστήματος, δηλαδή της στρατοκεντρικής «βαθιάς Τουρκίας», και έναν επιφανειακό εκδημοκρατισμό (συχνά μόνον σε επικοινωνιακό επίπεδο) σε σχέση µε τις μειονότητες και µια σχεδόν σταθερή κι αξιοζήλευτη οικονοµική ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη. ωστόσο. βασισμένη όχι τόσο στην αύξηση της παραγωγής. όσο στην αύξηση της κατανάλωσης (µε τεράστια εμπορικά ελλείμματα). Μιας κατανάλωσης ικανής να δημιουργήσει µεγάλες κοινωνικές ανισότητες και πλήθος νεόπλουτων, καθώς και µια µεγάλη μεσαία τάξη, γεµάτη αυτοπεποίθηση, κοσμοπολιτισμό, αλλά και µια τάση αμφισβήτησης του υπάρχοντος συστήματος, επιζητώντας την αλλαγή. Με άλλα λόγια, µια νέα τουρκική μεσαία τάξη που δεν έβλεπε µε καλό µάτι τον ισλαµοσυντηρητισµό και τον αυταρχισµό του Ερντογάν.
ΤΟ ΜΩΣΑΪΚΟ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ:
Αναµφίβολα, η γειτονική µας Τουρκία. µε βάση τα αποτελέσµατα των πρόσφατων εκλογών (ΑΚΡ / Κόµµα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης 40.87% και 258 έδρες. CHP / Ρεπουµπλικανικό Κόµµα 26% και 132 έδρες. ΜΗΡ / Κόµµα Εθνικιστικής Δράσης 16.28% και 80 έδρες. και HDP / Κόµµα Δηµοκρατίας των Λαών 13.12% και 80 έδρες), έχει εισέλθει σε τροχιά αλλαγής. µε το ψαλίδισµα των νεοσουλτανικών φιλοδοξιών του Ερντογάν, αλλά και την είσοδο του Κόµµατος Δηµοκρατίας των Λαών (HDP) στη Βουλή που, εκτός από την κουρδική μειονότητα. εκφράζει και την. επί δεκαετίες κυνηγημένη. τουρκική Αριστερά. τους Αλεβίτες. καθώς και τα υπολείμματα των χριστιανικών μειονοτήτων της Τουρκίας. Έπειτα από πολλά χρόνια έχουν εκλεγεί στην Τουρκική εθνοσυνέλευση και τέσσερις χριστιανοί Βουλευτές. Ο Markar Esayan. ένας Τουρκοαρµένιος δημοσιογράφος της Yeni Șafak. εισήλθε στο κοινοβούλιο µε το κεντροδεξιό ισλαµοσυντηρητικό ΑΚΡ του Ερντονάν, ως 120ς υποψήφιος από τη δεύτερη εκλογική περιοχή της Κωνσταντινούπολης. Η δικηγόρος αρµενικής καταγωγής. Selina Dosan. εξελέγη µε το κεντροαριστερό Κεµαλικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόµµα (CHP) ως πρώτη αναπληρωτής από τη δεύτερη εκλογική περιοχή του καταλόγου της Κωνσταντινούπολης του CHP. Δύο χριστιανοί, ακόµη. εισήλθαν στο Τουρκικό Κοινοβούλιο µε το Κόµµα Δηµοκρατίας των Λαών (HDP) - ο ένας από την Κωνσταντινούπολη (Αρµένιος) και ο άλλος. ασσυριακής καταγωγής. από τη νοτιοανατολική επαρχία Μαρντίν, όπου υπάρχει ακόµη µια µικρή ασσυριακή ορθόδοξη μειονότητα. Με το ίδιο κόµµα έχουν εκλεγεί και δύο Γεζίντι βουλευτές (η µία. η Φελεκνάς Ουτζά, δικηγόρος ακτιβίστρια, κουρδικής καταγωγής Γιεζίντι που γεννήθηκε στη Γερµανία), καθώς και πολλοί Αλεβίτες βουλευτές. Ακόµη και τα 2 εκατ. των Ροµά (Τσιγγάνων) της Τουρκίας απέκτησαν τον πρώτο τους βουλευτή. τον 38χρονο υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Κόµµατος (CHP). Οζτζάν Πουρτοού, ο οποίος κέρδισε µία έδρα στη Σµύρνη. προπύργιο των Κεµαλιστών και του CHP. Δυστυχώς, λόγω της δραµατικής συρρίκνωσης τους ελληνορθόδοξου στοιχείου (λιγότεροι από 5.000 σε όλη την Τουρκία. κυρίως στην Κωνσταντινούπολη) δεν έγινε εφικτό να εκλεγεί βουλευτής κανένας χριστιανός ελληνικής καταγωγής. Σε κάθε περίπτωση, η Τουρκία αλλάζει σελίδα - ότι κι αν σηµαίνει αυτό ... Αναµφίβολα, η νέα τουρκική Εθνοσυνέλευση, έπειτα από τις εκλογές, έχει καταστεί ένα πολύµορφο μωσαϊκό. αδιανόητο πριν µερικά χρόνια. Ένας αριθµός-ρεκόρ γυναικών (97, σε σύνολο 550). µαζί µε Χριστιανούς, Κούρδου,. Αρµένιους, Άραβες, Αλεβήδες και Ροµά, εκλέχθηκαν βουλευτές στη νέα Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Πρόκειται για µια τεράστια αλλαγή, σε µια Χώρα. που στο παρελθόν αντιμετώπιζε κάθε αίτηµα για πολιτική ποικιλομορφία και διαφορετικότητα εντός του Κοινοβουλίου ως απειλή για την εθνική της ενότητα. καθώς καταδιωκόταν από το «σύνδρομο της Συνθήκης των Σεβρών» (1920) και τον φόβο πως κάθε εθνική διαφορά είναι αφορµή για τη διάσπαση ή τον διαµελισµό της. Εμβληματική της σαρωτική ς αλλαγής στη σύνθεση του νέου Τουρκικού Κοινοβουλίου είναι η είσοδος µε το HDP και της 27χρονης Ντιλέκ Οτσαλάν, της ανιψιάς του φυλακισμένου ηγέτη των Κούρδων αυτονομιστών του ΡΚΚ, Αµπντουλάχ Οτσαλάν, η οποία δήλωσε χαρακτηριστικά: «Μπορεί να είµαι Κούρδισσα, αλλά εκπροσωπώ όλους εκείνους που έχουν πέσει θύµατα εκμετάλλευσης, τους καταπιεσμένους, τις περιθωριοποιημένες οµάδες, όλους τους αν8ρώπους, τις κουλτούρες, τα πιστεύω και τις γλώσσες». Είναι αξιοσημείωτο πως, έπειτα από τρεις ηµέρες σιωπής, µετά το δυσάρεστο γι' αυτόν αποτέλεσµα των εκλογών, ο Ερντογάν κατηγόρησε ανοιχτά τη Δύση πως βομβαρδίζει τους Άραβες και τους Τουρκµένους στη Συρία, ενώ παράλληλα στηρίζει τους Κούρδους «τρομοκράτες». Είναι γεγονός πως η Τουρκία αισθάνεται άβολα µε τις στρατιωτικές επιτυχίες των κουρδικών δυνάμεων στη Συρία, των λεγόμενων «Μονάδων Προστασίας του Λαού» (YPG), υποστηρίζοντας ότι συνδέονται µε το παράνοµο Κουρδικό Εργατικό Κόµµα (ΡΚΚ), προδιαγράφοντας έτσι µια πολιτική που θα επιχειρήσει τη διασύνδεση του Κόµµατος Δηµοκρατίας των Λαών (HDP) µε την «τρομοκρατία» και τις αποσχιστικές τάσεις, ώστε να χαϊδέψει τ' αυτιά των Τούρκων εθνικιστών, προσδοκώντας στην υποστήριξή τους.
Όπως και να 'χει, πάντως, οι πρόσφατες εκλογές ανέδειξαν την αδιαμφισβήτητη πολυεθνικότητα της σημερινής Τουρκίας που, αν δεν εκδημοκρατιστεί σε βάθος, ίσως οδηγηθεί μεσοπρόθεσμα σε πολιτική αναδιάρθρωση ή ακόµη και διάσπαση.
Όπως και να 'χει, πάντως, οι πρόσφατες εκλογές ανέδειξαν την αδιαμφισβήτητη πολυεθνικότητα της σημερινής Τουρκίας που, αν δεν εκδημοκρατιστεί σε βάθος, ίσως οδηγηθεί μεσοπρόθεσμα σε πολιτική αναδιάρθρωση ή ακόµη και διάσπαση.
ΤΟ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ:
Σύµφωνα µε το Τουρκικό Σύνταγµα, το οποίο θεμελίωσε ο Κεµάλ Ατατούρκ, «όποιος ζει µέσα στο πολιτικό πλαίσιο της Τουρκίας είναι Τούρκος». Αυτό σηµαίνει πως η τουρκική εθνική ταυτότητα, η οποία οικοδοµήθηκε πάνω στις αρχές του Κεµαλισµού και του εθνικισμού, αρνείται τις επιµέρους εθνικές και εθνοτικές ιδιαιτερότητες των πληθυσμών που διαβιούν µέσα στα όρια του τουρκικού κράτους και καλλιεργεί συνθήκες βίαιης οµογενοποίησής τους. Εξαίρεση αποτελούν οι τρεις θρησκευτικές μειονότητες, οι οποίες αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923), δηλαδή οι Ελληνορθόδοξοι (Ρωµιοί), οι Αρµένιοι και οι Εβραίοι, και αριθμούν σήµερα όλες µαζί λιγότερα από 200.000 µέλη, δηλαδή λιγότερο από το 0,4% του πληθυσμού της χώρας. Σ' αυτές τις θρησκευτικές µη μουσουλμανικές μειονότητες αναγνωρίζονται κάποια περιορισμένα µειονοτικά δικαιώµατα (θρησκευτικά ιδρύµατα, εκπαίδευση κ.α.), τα οποία ωστόσο καταπατούνται συστηµατικά. Όλοι οι υπόλοιποι µουσουλµάνοι πολίτες της Τουρκίας θεωρούνται αυτομάτως «τουρκικής εθνικότητας, ανεξαρτήτως εθνικής και εθνοτικής καταγωγής. Ωστόσο, από τα 77 εκατ. των σημερινών κατοίκων της Τουρκίας, µόνον το 70% θα μπορούσαν να θεωρηθούν «εθνικά Τούρκοι», ασχέτως αν κι αυτοί υπήρξαν αποτέλεσµα αιώνων σταδιακού ή και βίαιου εξισλαμισμού και εκτουρκισμού των λαών της Μικράς Ασίας και των Βαλκανίων. Το υπόλοιπο 30% αποτελείται από διάφορες, δεκάδες στον αριθµό, µειονότητες, µε τους Κούρδους να αποτελούν το 18-20% του πληθυσμού της Τουρκίας ή περίπου 15 εκατ. µέλη. Εκτός από τους Κούρδους, που αποτελούν µια συμπαγή μειονότητα µε ισχυρή εθνική ταυτότητα, εντοπισμένη κυρίως στη νοτιανατολική Τουρκία, υπάρχουν στο έδαφος της Τουρκικής Δηµοκρατίας περίπου 2,5 εκατ. Κιρκάσιοι (Τσερκέζοι), 2 εκατ, Σλάβοι µουσουλµάνοι (Βόσνιοι κ.α.), 1,5 εκατ. Αλβανοί µουσουλµάνοι, 1 εκατ. Λαζοί και Γεωργιανοί, 1 εκατ. Άραβες, 600.000 Ποµάκοι ή βουλγαρόφωνοι, 500.000 Αζέροι (Σιίτες τουρκόφωνοι), καθώς και μικρότερες µειονότητες Τατάρων, Γκαγκαούζων, Αµπχάζιων, Τσετσένων, Ασσύριων, Αφροτούρκων (απόγονοι σκλάβων από την Αφρική), καθολικών Λεβαντίνων, και σχεδόν 2 εκατ. Τούρκων Ροµά (Τσιγγάνων).
ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΟΚΡΗΤΕΣ:
Υπάρχει, επίσης, µια πολυάριθμη οµάδα ελληνόφωνων μουσουλμάνων (αν και οι νεότερες γενιές ξεχνούν και δεν μιλούν εύκολα τη γλώσσα των προγόνων τους), οι οποίοι, αν και θεωρούνται επίσηµα «εθνικά Τούρκοι», διατηρούν σε µεγάλο βαθµό την ιδιαίτερη ταυτότητά τους και αριθμούν περίπου ένα εκατομμύριο. Αυτοί χωρίζονται σε τέσσερις µεγάλες οµάδες: Στους ελληνόφωνους μουσουλμάνους του Πόντου (πάνω από 300.000), που μιλούν την ποντιακή διάλεκτο. Στους Τουρκοκρήτες (300.000-400.000), στους εξισλαµισθέντες Έλληνες της Κύπρου ή Λινοβάµβακούς (150.000) και στους Βαλαάδες της Μακεδονίας (80.000). Μικρότερη ομάδα αποτελούν οι ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι της Ηπείρου ή Γιαννιώτες (20.000). Με εξαίρεση τους ελληνόφωνους του Πόντου, όλοι οι υπόλοιποι ήρθαν στην Τουρκία ως πρόσφυγες, κυρίως από το 1912 και μετά. Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα είναι οι ελληνόφωνοι Ρουμ του Πόντου που, εκτός από την ελληνοποντιακή γλώσσα, συνεχίζουν να διατηρούν και ένα πανάρχαιο πολιτισμό στις απόμακρες κοιλάδες και στα χωριά των Ποντιακών Άλπεων. Πρόκειται για ένα ζωντανό τμήμα της παλιάς Ρωμιοσύνης που συνεχίζει να ζει στους τόπους της, με μουσουλμανική όμως μορφή. Η άλλη μεγάλη ομάδα, οι Τουρκοκρήτες, είναι σήμερα εγκατεστημένοι στα παράλια της Μικρά Ασίας, κυρίως στο Αϊβαλί και στα περίχωρά του, όπως επίσης και στη χερσόνησο της Τρωάδας και της Καλλίπολης, αλλά και στα Μουδανιά και στις ακτές της θάλασσας του Μαρμαρά. Οι Τουρκοκρήτες βλέπουν ελληνική τηλεόραση, μαγειρεύουν την κρητική κουζίνα, μιλούν με την τραγανή κρητική τους προφορά με καημό και νοσταλγία για την Κρήτη, ενώ ορισμένοι εξακολουθούν να δηλώνουν Ρωμιοί, δηλαδή Έλληνες, με κίνδυνο να τους αποκαλέσουν «γκιαούρηδες» οι ντόπιοι Τούρκοι. Επισκέφτηκα τα Μουδανιά πριν από τρία χρόνια, την πόλη όπου στις 11 Οκτωβρίου του 1922 υπογράφηκε η λεγόμενη «Ανακωχή των Μουδανιών», που επικύρωσε την υποχώρηση του ελληνικού στρατού από όλα τα εδάφη της σημερινής Τουρκίας. Την υποχώρηση του στρατού ακολούθησε και το ξερίζωμα του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Έτσι, τα Μουδανιά, που η πλειοψηφία των κατοίκων τους ήταν Έλληνες, άδειασαν ξαφνικά από το ελληνικό στοιχείο, που κατέφυγε ως πρόσφυγες στην Ελλάδα. Στη θέση τους ήλθαν μουσουλμάνοι πρόσφυγες από την Κρήτη, οι λεγόμενοι «Τουρκοκρήτες που μιλούν ακόμη τα Ελληνικά. Οι Τουρκοκρήτες που, μετά το 1922, εγκαταστάθηκαν στα σπίτια και στις γειτονιές των Ελλήνων των Μουδανιών (σ' ένα παραθαλάσσιο περιβάλλον που θυμίζει κάπως την Κρήτη), μιλούν ακόμη τα Κρητικά Ελληνικά, μ' εκείνη τη χαρακτηριστική τους, τραγανιστή προφορά. Με κάθε γενιά, όμως που Χάνεται, φθίνει και η ανάμνηση της κρητικής καταγωγής, της γλώσσας, αλλά και η επιθυμία τους να τη διατηρήσουν ζωντανή. Οι Τουρκοκρητικοί των Μουδανιών έφεραν και την κρητική τους κουζίνα -τη λεγόμενη «Γκιρίτ Μουτφαγκί»- σ' αυτό το λιμάνι της Προποντίδας, καθώς μάθανε τους ντόπιους Τούρκους να τρώνε σαλάτες με αγριόχορτα και μεζέδες με θαλασσινά. Οι περισσότεροι Τουρκοκρητικοί ήταν ντόπιοι Έλληνες της Κρήτης, που, μετά την κατάκτηση του νησιού τους από τους Τούρκους, προσηλυτίστηκαν στον μουσουλμανισμό. Δεν έγιναν, όμως, οπαδοί του Σουνιτισμού, αλλά του Μπεκτασισμού, που ήταν πιο αποδεκτός στους πρώην Χριστιανούς των Βαλκανίων που πέρασαν στο Ισλάμ ... Μια άλλη ομάδα ελληνόφωνων μουσουλμάνων είναι οι Βαλαάδες που ήταν γνωστοί στους χάρτες της Μακεδονίας των αρχών του 20ου αιώνα ως «Greek Μuslims». Και αυτοί είναι εγκατεστημένοι στις ακτές της Μικράς Ασίας και συνεχίζουν να μιλούν Ελληνικά. Τέλος, οι ελληνόφωνοι Τουρκοκύπριοι (Λινοβάμβακοι) είναι κυρίως εγκατεστημένοι στην Κιλικία, απέναντι ακριβώς από το νησί τους. Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι στην άλλη πλευρά του Αιγαίου προσπαθούν να διατηρήσουν την ελληνφωνία τους και να διασώσουν την ιδιαίτερη πολιτιστική τους ταυτότητα, προσδοκώντας κάποια στιγμή στο μέλλον να αποτελέσουν γέφυρα φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
ΜΙΑ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΒΑΒΕΛ:
«Δεν πιστεύω ότι ο καθένας μας είναι Τούρκος, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Κοίταξέ μας! Είμαστε ένα μείγμα Τούρκων, Αράβων, Ελλήνων, Εβραίων, Περσών, Αρμενίων, Κούρδων ... », δήλωσε στον έκπληκτο δημοσιογράφο του National Geographic ο «Τούρκος Ουμίτ, που έτρωγε μαζί του σ' ένα εστιατόριο της Άγκυρας. Αμέσως, ένας-ένας από την παρέα του Ουμίτ, που καθόταν μαζί με τον Αμερικανό δημοσιογράφο, άρχισαν να συμπληρώνουν το παζλ της πολυεθνικότητας της Τουρκίας. «Έχω πολλούς συγγενείς εκτός Τουρκίας», είπε ο ένας. «Η μητέρα μου είναι Τουρκάλα, αλλά η μητέρα της ήταν από τη Ρουμανία», διέκοψε ένας άλλος. «Η μητέρα μου είναι από την Ελλάδα, αλλά μιλάει Τουρκικά. Ο πατέρας μου γεννήθηκε στη Γεωργία ..» συμπλήρωσε ένας τρίτος. Όλοι τους προέρχονταν από µη-τουρκικούς λαούς που συνυπήρχαν στην Οθωµανική Αυτοκρατορία και, στη συνέχεια, εκτουρκίστηκαν, κυρίως γλωσσικά. Από κάθε άποψη, η γλώσσα και όχι η καταγωγή συνεχίζει να παραµένει το κυρίαρχο στοιχείο ορισµού της «τουρκικότητας»: «Η τουρκική γλώσσα είναι το μοναδικό αποδεκτό κριτήριο για έναν ορισµό σχετικά µε τους Τούρκους. Τούρκος είναι αυτός που µιλά την τουρκική γλώσσα. Όλοι οι άλλοι ορισµοί είναι ανεπαρκείς» (Bozkurt Guvenc, Η Τουρκική Ταυτότητα). Παρ' όλα αυτά, σύµφωνα µε την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world, στον χώρο της σημερινής Τουρκίας μιλιούνται άλλες 34(!) γλώσσες,εκτός από τα Τουρκικά της Ανατολίας. Η πιο διαδεδομένη από αυτές είναι η Kurmanji (κουρδική διάλεκτος), που μιλιέται από περίπου 6 εκατ. ανθρώπους και η λιγότερο διαδεδομένη είναι η Hirtevin, που μιλιέται από 250-300 Συρο- Χαλδαίους. Στο µεταξύ, μιλιούνται η Αραβική (1,5 εκατ.), η Κιρκασική (περίπου 1 εκατ.), η Περσική (700.000), η Αζερική (600.000), η Γκαγκαούζικη (330.000), η Ποµακική (300.000), η Καµπαρντιάνικη (210.000), η Λαζική (100.000), η Μιγκρέλικη (100.000), η Αρµενική (70.000), η Σερβοκροάτικη (100.000), η Αλβανοτοσκική (70.000), η Ελληνική (4.000 στην Κωνσταντινούπολη και 300.000 ελληνόφωνοι µουσουλµάνοι) ... Κοντολογίς, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της σημερινής Τουρκίας (πάνω από 20 εκατ. άνθρωποι) οµιλεί και µια άλλη γλώσσα, εκτός από τα επίσηµα Τουρκικά. Αυτό είναι πράγµατι κάτι το εκπληκτικό, εφόσον αναφερόμαστε σε µια Χώρα, όπου η εκμάθηση της Τουρκικής είναι εδώ και τρεις γενιές υποχρεωτική στην εκπαίδευση, στον στρατό, στη δηµόσια διοίκηση και στα ΜΜΕ, ενώ απαγορεύεται η δηµόσια χρήση κάθε άλλης γλώσσας, άσχετα αν αυτή μιλιέται από εκατομμύρια ανθρώπους [π.χ. Kurmanji). «Πατριώτη, µίλα µόνο Τουρκικά», ήταν το σύνθηµα µιας προπαγανδιστικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το τουρκικό κράτος στη δεκαετία του 1950, µε σκοπό να εξαλείψει τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Το επόµενο βήµα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε το 1965, όταν η Τουρκία σταµάτησε στις επίσηµες απογραφές της να απογράφει τις εθνικές και γλωσσικές µειονότητες. Από τότε η Τουρκία αποφεύγει ν' απογράφει τις μειονότητες της, θεωρώντας ότι µ' αυτόν τον τρόπο τις καθιστά επισήµως ανύπαρκτες!
ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ:
Στην Τουρκία δεν υπάρχουν µόνον εθνικές και γλωσσικές µειονότητες. Υπάρχουν κυρίως θρησκευτικές µειονότητες. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στους λιγοστούς εναπομείναντες Ελληνορθόδοξους, Αρµένιους και Εβραίους της χώρας. Σ' αυτή τη χώρα ζουν περίπου 12-15 εκατ. Αλεβήδες, που ζουν κυρίως στην κεντρική και βορειανατολική Μικρά Ασία. Πρόκειται για µια ισλαµική αίρεση µε συμπεριφορά πιο κοσµική και δημοκρατική, σε σύγκριση µε τους Σουνίτες, η οποία πρόσκειται πολιτικά στον προοδευτικό και αριστερό Χώρο. Πρόκειται για µια παραλλαγή του περσικού Σιιτισµού και, σύµφωνα µε τους ιστορικούς, κατάγονται στην πλειονότητά τους από τους αιρετικούς Παυλικιανούς, που ζούσαν στην ανατολική Μικρά Ασία και είχαν εξεγερθεί ουκ ολίγες φορές κατά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ένα σηµαντικό τµήµα των Αλεβήδων ανήκει και στην κουρδική μειονότητα. Μια αλεβίδικη οµάδα είναι και οι Ζάζα (περίπου 2 εκατ.), οι οποίοι μιλούν µια ιρανική διάλεκτο και είναι Σουνίτες και Σούφι. Στα πλαίσια της κουρδικής μειονότητας συγκαταλέγονται και περίπου 300.000 - 500.000 Γιεζιντί (Yezindi), η θρησκεία των οποίων είναι παγανιστική (λατρεία του θεού-παγωνιού), µε στοιχεία χριστιανισμού, ισλαµισµού και σουφισµού. Οι δε Γιεζιντί του βορείου Ιράκ, που ζούσαν κυρίως στις πλαγιές του όρους Σιντζάκ, έχουν υποστεί τον τελευταίο χρόνο διώξεις και γενοκτονία από τους Τζιχαντιστές του ISIS, και έχουν καταφύγει ως πρόσφυγες στις κουρδικές περιοχές, στην Τουρκία, αλλά και στην Ευρώπη, όπου υπάρχουν µεγάλες διασπορικές κοινότητές τους. Οι Σιίτες της Τουρκίας είναι επίσης αρκετοί, πάνω από 3 εκατ., και είναι κυρίως Αζέροι, Άραβες και Πέρσες. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί πως στη σημερινή Τουρκία διαβιούν περίπου 30.000 Ντονµέδων, εξισλαµισθέντων Εβραίων (πολλοί εκ των οποίων είναι πρόσφυγες από τη Θεσσαλονίκη), οι οποίοι κατοικούν κυρίως στη Κωνσταντινούπολη και στη Σµύρνη. Η πλειονότητα των Ντονµέδων αποτελούν τµήµα της τουρκικής ελίτ, θεωρούνται Δυτικότροποι και Κεµαλιστές και αντίπαλοι της ισλαµικής αναβίωσης του Ερντογάν, αλλά και υπέρµαχοι της ελληνοτουρκικής φιλίας, όπως ήταν και ο Ιπεκτσί (που θέσπισε και τα γνωστά «βραβεία Ιπεκτσί»). Μέλος αυτής της κοινότητας αποτελούσε και ο πρώην Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Ισµαήλ Τζεµ, που εγκαινίασε µια λιγότερο επιθετική πολιτική προσέγγισης µε την Ελλάδα. Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί η δηµογραφική δυναµική των μειονοτήτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση µ' εκείνη των αµιγώς «Τούρκων». Για παράδειγμα, ο ετήσιος ρυθµός δηµογραφικής αύξησης των Κούρδων είναι 2,5-3% - υπερδιπλάσιος σι; σύγκριση µε τους υπόλοιπους «Τούρκους (1- 1,5%). Με βάση αυτόν τον ρυθµό, τα σηµερινά 20 εκατ. των Κούρδων της Τουρκίας θα γίνουν 32 εκατ. ως το 2030 και θα αντιστοιχούν στο 35% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το 2060, ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να είναι 100 εκατ., από τα οποία τα 44 εκατ, (44%) θα είναι Κούρδοι! Αυτό σηµαίνει ότι, αν οι σημερινοί διαφορετικοί ρυθµοί δηµογραφικής αύξησης µεταξύ Τούρκων και Κούρδων διατηρηθούν, τότε µέσα σε µισό αιώνα οι Κούρδοι θα είναι η πολυπληθέστερη εθνική οµάδα στην Τουρκία! Υπερβολικό ή όχι, είναι γεγονός ότι µόνο το πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας γνωρίζει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και μελετά τρόπους αντιμετώπισης της κουρδικής δηµογραφικής πλημμυρίδας ... Συμπερασματικά, µε βάση και τα αποτελέσµατα των πρόσφατων εκλογών, η γειτονική Τουρκία εισέρχεται σε µια «ζώνη αναταράξεων» µε απρόβλεπτες συνέπειες. Από τη στιγµή που το φιλοκουρδικό Κόµµα Δηµοκρατίας των Λαών (HDP) αρνείται να σχηματίσει κυβέρνηση µε το ΑΚΡ του Ερντογάν, τότε αυτό θα πρέπει είτε να συγκροτήσει έναν «µεγάλο συνασπισµό» µε το αντιπολιτευόμενο κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό Κόµµα (CHP) -ίσως το καλύτερο σενάριο για την Ελλάδα-, είτε να σχηματίσει κυβέρνηση µε το εθνικιστικό, ακροδεξιό ΜΗΡ, που υποστηρίζει πως «θέλει να απελευθερώσει το Αιγαίο από την ελληνική κατοχή». Πρόκειται για ένα σενάριο εφιαλτικό, καθώς θα αυξήσει κι άλλο την τουρκική πίεση στο μέτωπο Θράκη-Αιγαίο-Κύπρος. Δεν πρέπει, επίσης, να διαφεύγει της προσοχής µας ότι το ισλαµιστικό κόµµα της Τουρκίας, το Saadet Partisi, που υποστηρίζει ανοικτά τους Τζιχαντιστές, ήρθε πέμπτο µε 2,07% κι αν και δεν εξέλεξε βουλευτές λόγω του πλαφόν του 10%, απέσπασε σχεδόν 1 εκατ. ψήφους, κυρίως στην ανατολική Τουρκία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε τον εµφύλιο πόλεµο στη Συρία και 2,5 εκατ. Σύριους πρόσφυγες στην Τουρκία, δημιουργεί καταστάσεις αστάθειας, που επηρεάζουν άµεσα και την Ελλάδα. Η σημερινή Ελλάδα της κρίσης έχει κάθε λόγο να επιθυµεί µια σταθερή, ευημερούσα και δημοκρατική Τουρκία, που θα σέβεται τα δικαιώµατα όλων των μειονοτήτων της. Ας µην ξεχνάµε πως, κάθε φορά που η Τουρκία είχε τον ρόλο του «Μεγάλου Ασθενή», η Ελλάδα µμολυνόταν πρώτη από την ασθένειά της και υπέφερε. Σε µια περίοδο που η Ελλάδα ήδη υποφέρει λόγω της οικονομικής κρίσης, δεν έχουµε πλέον αυτή την πολυτέλεια. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: • Omer Asan Ο Πολιτισμός του Πόντου Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998 • Jean-Paul Roux, Η Ιστορία των Τούρκων, Γκοβόστης 1998 • Peter Alford Andrews, Ethnic Groups in the Republic of Turkey, Wiesbaden 1989. • Δημήτρης Μανακανάτας, Οι Μειονότητες στην Τουρκία, ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, Μάιος 1998 • Πέτρος Μακρής, Εθνική Μειονότητα της Τουρκίας οι ... «Καθαροί» Τούρκοι, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 14/5/1995 • Γιώργος Στάµκος, Γεωπολιτική του Αρχιπελάγους: Η Ελληνική Γεωφιλοσοφία και οι Προκλήσεις της Παγκοσμιοποίησης, Α' έκδοση Αρχέτυπο 2000, Γ' έκδοση Άγνωστο 2007 • Γιώργος Στάµκος, & Μίλιτσα Κοσάνοβιτς, Στοιχειωμένα Βαλκάνια: Εξερευνώντας τα Μυστικά της Βαλκανικής Ενδοχώρας, εκδ, Άγνωστο 2006 • Βλάσης Αγτζίδης, Οι Εξισλαμισμένοι Έλληνες στη Σημερινή Τουρκία, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 26/8/1996 • Παγκόσμια Εθνολογική Εγκυκλοπαίδεια (http://www.sil.org/ ethnologue/ countries/turk).
* Ο Γιώργος Στάµκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Από το 1988 έχει συγγράψει περίπου 2.000 ειδικά άρθρα και αναλύσεις, 14 βιβλία. κυρίως έρευνες. σενάρια και κείµενα για ντοκιμαντέρ, ενώ υπήρξε κατά διαστήματα και εκδότης ειδικών περιοδικών.
* Ο Γιώργος Στάµκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Από το 1988 έχει συγγράψει περίπου 2.000 ειδικά άρθρα και αναλύσεις, 14 βιβλία. κυρίως έρευνες. σενάρια και κείµενα για ντοκιμαντέρ, ενώ υπήρξε κατά διαστήματα και εκδότης ειδικών περιοδικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου